ΔΑΡΚΕΙΑ: 00:20.40
Ο Μύθος
Ο Μεγάλος Προεστός που εδρεύει μέσα στο Δώμα του Συμβουλίου του Κυρίου, μίλησε στον Δάσκαλο, που καθόταν δίπλα του:
“Πού είναι ο υιός του ανθρώπου που είναι ο Υιός του Θεού;
Πώς ζει;
Ποιες δοκιμασίες πέρασε και ποια υπηρεσία του έχει ανατεθεί τώρα;”
Ο Δάσκαλος, ρίχνοντας τα μάτια του στον υιό του ανθρώπου που είναι και Υιός του Θεού, είπε:
“Τίποτε προς το παρόν, Μεγάλε Προεστέ.
Η τρίτη μεγάλη δοκιμασία δίδαξε πολλά σ’ ένα μαθητή σαν και αυτόν.
Σκέπτεται πολύ βαθιά και συλλογίζεται”.
“Δώσε του μια δοκιμασία, που μόνος του θα βρει την πιο σοφή λύση.
Στείλε τον να εργαστεί σ’ ένα πεδίο που μόνος του θα αποφασίσει σε ποια φωνή, απ’ όλες τις πολλές φωνές θα ακούσει η καρδιά του.
Ανάθεσέ του επίσης μια πολύ απλή δοκιμασία στο εξωτερικό πεδίο, αλλά μια δοκιμασία που θα αφυπνίσει, από εσωτερικής πλευρά της ζωής, ολόκληρη την σοφία του, δίνοντας την πιο σωστή λύση που φτάνει η δύναμή του.
Ας προχωρήσει στην τέταρτη δοκιμασία.”
Ο Ηρακλής στάθηκε μπροστά στην τέταρτη μεγάλη Πύλη, ένας υιός του ανθρώπου αλλά και ένας Υιός του Θεού.
Στην αρχή υπήρχε βαθιά σιωπή. Δεν άρθρωσε καμιά λέξη. Δεν έκανε κάποιο θόρυβο.
Πέρα από την Πύλη απλωνόταν μια εκτεταμένη πεδιάδα και στον μακρινό ορίζοντα ορθωνόταν ο Ναός του Κυρίου, το Ιερό του Θεού Ηλίου, με επάλξεις που λαμποκοπούσαν.
Κοντά, πάνω στον λόφο, στεκόταν ένα λυγερό ελαφάκι.
Και καθώς ο Ηρακλής, που είναι υιός του ανθρώπου, αλλά και Υιός του Θεού,
- παρατηρούσε και
- αφουγκραζόταν με προσοχή,
μια φωνή αντήχησε.
Η φωνή ήρθε από το λαμπρό κύκλο της σελήνης που είναι η κατοικία της Αρτέμιδας. Και η ωραία Άρτεμις είπε προειδοποιητικά λόγια, μίλησε στον υιό του ανθρώπου.
“Η ελαφίνα είναι δική μου, γι’ αυτό μην την αγγίζεις”, είπε. “Για πολλά χρόνια την ανέθρεφα και την περιποιόμουν όταν ήταν μικρή. Η ελαφίνα είναι δική μου και δική μου πρέπει να μείνει.”
Έπειτα φάνηκε η Διάνα, η Κυνηγός των Ουρανών, η κόρη του Ήλιου.
Πηδούσε με τα σανδάλια στα πόδια, προς την ελαφίνα και ισχυριζόταν επίσης ότι η ελαφίνα είναι δική της.
“Δεν είναι έτσι, ωραία μου Άρτεμις”, είπε η Διάνα, “η ελαφίνα είναι δική μου και πρέπει να μείνει δική μου. Μέχρι σήμερα ήταν πολύ μικρή, τώρα μόλις μπορώ να την χρησιμοποιήσω.
Η χρυσοκέρατη ελαφίνα είναι δική μου, όχι δική σου και θα μείνει δική μου.”
Ο Ηρακλής στέκονταν μεταξύ των δύο στηλών της Πύλης,
- άκουγε με προσοχή και
- παρακολουθούσε τον καυγά,
απορώντας που οι δύο κόρες διεκδικούσαν την κατοχή της ελαφίνας.
Μια άλλη φωνή, πήρε το αυτί του, που με επιτακτικό τόνο έλεγε:
“Η ελαφίνα δεν ανήκει σε καμιά κόρη, Ηρακλή, αλλά μόνο στον Θεό, του οποίου το Ιερό βλέπεις στο πέρα βουνό.
Πήγαινε, απελευθέρωσέ την και φέρε την στην ασφαλή θέση του Ιερού και άφησέ την εκεί.
Ένα απλό πράγμα θα κάνεις, υιέ του ανθρώπου,
και σκέψου βαθιά τα λόγια μου, γιατί είσαι και Υιός του Θεού, έτσι θα μπορέσεις να
- αναζητήσεις και
- πιάσεις
την ελαφίνα.
Προχώρησε.”
Ο Ηρακλής ξεπετάχτηκε μέσα από την τέταρτη Πύλη,
εγκαταλείποντας πίσω του τα πολλά δώρα που πήρε για να μη τον εμποδίζουν στο γρήγορο κυνήγι που ανέλαβε, αφήνοντας το τόξο του και το θηκάρι με τα βέλη. Έτσι ξελάφρωσε και άρχισε το κυνήγι του πρόθυμα.
Οι διαπληκτιζόμενες κόρες τον παρακολουθούσαν από μια απόσταση.
Η ωραία Άρτεμις έσκυβε από τη Σελήνη και
η όμορφη Διάνα, η κυνηγός των δασών του Θεού,
ακολουθούσε τις κινήσεις της ελαφίνας.
Σε κάθε αφορμή που παρουσιαζόταν, κάθε μια τους παραπλανούσε τον Ηρακλή,
επιδιώκοντας να ματαιώσει τα σχέδιά του.
Κυνηγούσε την ελαφίνα από σημείο σε σημείο και
κάθε μια τους με έξυπνα τεχνάσματα εξαπατούσε τον Ηρακλή.
Και αυτό το έκαναν συνεχώς.
Έτσι, για έναν ολόκληρο χρόνο, ο υιός του ανθρώπου που είναι Υιός του Θεού ακολουθούσε την ελαφίνα από τόπο σε τόπο, πιάνοντας φευγαλέα τη μορφή της και τούτο μόνο για ν’ ανακαλύψει ότι με την γρηγοράδα της χανόταν μέσα στα πυκνά δάση.
Από λόφο σε λόφο και από δάσος σε δάσος, ο Ηρακλής την κυνήγησε ώσπου, κοντά σε μια ήσυχη λιμνούλα, την είδε ξαπλωμένη πάνω στην απάτητη χλόη να κοιμάται, αποκαμωμένη από το τρέξιμο.
Με
- αθόρυβο βήμα
- τεντωμένα χέρια και
- σταθερά μάτια
ο Ηρακλής, έστειλε ένα βέλος στην ελαφίνα και την πλήγωσε στο πόδι.
Με όλη του τη δύναμη σύρθηκε κοντά στην ελαφίνα, αυτή όμως δεν κουνήθηκε.
Τότε σύρθηκε πιο κοντά της και την αγκάλιασε, σφίγγοντάς την πάνω στην καρδιά του.
Η Άρτεμις και η ωραία Διάνα παρακολουθούσαν.
“Η έρευνα τελείωσε”, έψαλλε με δυνατή φωνή ο Ηρακλής.
“Οδηγήθηκα στο σκοτάδι του βορρά και δεν βρήκα την ελαφίνα.
Στα πυκνά και σκοτεινά δάση, αγωνίστηκα να βρω τον δρόμο μου και δεν βρήκα την ελαφίνα.
Αγωνίστηκα στα ζοφερά λειβάδια και στις πετρώδεις και άγριες ερημιές για την ελαφίνα και δεν τη βρήκα.
Σε κάθε σημείο που έφτανα, οι κόρες έστρεφαν πίσω τα βήματά μου, παρ’ όλα όμως αυτά επέμεινα πολύ και τώρα η ελαφίνα είναι δική μου!
Η ελαφίνα είναι δική μου!”
“Όχι έτσι Ηρακλή”, ήρθε στα αυτιά του η φωνή εκείνου που στέκει κοντά στο Μεγάλο Προεστό μέσα στην Αίθουσα Συμβουλίου του Κυρίου.
“Η ελαφίνα δεν ανήκει σε ένα υιό του ανθρώπου έστω και αν είναι Υιός του Θεού.
Φέρε στο Ιερό του Θεού την ιερή ελαφίνα, και άφησέ την εκεί κοντά τους.”
“Γιατί, σοφέ Δάσκαλε; Η ελαφίνα είναι δική μου, δική μου ύστερα από μακρόχρονη
αναζήτηση και περιπλάνηση και δική μου γιατί ακόμη την κρατώ πάνω στην καρδιά μου.”
Ο Δάσκαλος είπε:
“ Και δεν είσαι Υιός του Θεού, αν και είσαι υιός του ανθρώπου;
Και δεν είναι το Ιερό και εξ ίσου δική σου κατοικία;
Και δεν μοιράζεσαι τη ζωή όλων όσων κατοικούν μέσα σε αυτό;
Φέρε στο ιερό του Θεού την ιερή ελαφίνα και άφησέ την εκεί, Υιέ του Θεού.”
Ύστερα από αυτά ο Ηρακλής έφερε την ελαφίνα στο άγιο Ιερό των Μυκηνών μεταφέροντας αυτή στο κέντρο του Ιερού Τόπου και την άφησε εκεί.
Καθώς την άφηνε μπροστά στον Κύριο, παρατήρησε στο πόδι της, την πληγή που της έκανε ένα δικό του βέλος από το τόξο που είχε χρησιμοποιήσει.
Η ελαφίνα του ανήκε
- με το δικαίωμα της δικής του έρευνας
- χάρη στην
- επιδεξιότητά του και
- παληκαριά του.
“Γι’ αυτό η ελαφίνα είναι διπλά δική μου”, φώναξε.
Η Άρτεμη όμως, καθισμένη στην εξωτερική αυλή του Πανίερου Τόπου, άκουσε τη δυνατή νικητήρια φωνή του και είπε:
“Δεν είναι έτσι. Η ελαφίνα είναι δική μου και πάντα ήταν δική μου.
Είδα τη μορφή της να καθρεφτίζεται στα νερά. Άκουσα τα βήματά της στους δρόμους της γης. Ξέρω ότι η ελαφίνα είναι δική μου, γιατί κάθε μορφή είναι δική μου”.
Ο Θεός - Ήλιος μίλησε έξω από τον Ιερό Τόπο.
“Η ελαφίνα είναι δική μου, όχι δική σου Άρτεμη.
Το πνεύμα της βρίσκεται μαζί μου αιώνες, στο κέντρο αυτού του Σεπτού Ιερού. Εσύ, δεν μπορείς να μπεις εδώ, Άρτεμις, αλλά μάθε ότι λέγω την αλήθεια.
Η Διάνα, αυτή η ωραία Κυνηγός του Κυρίου, μπορεί να μπει για λίγο και να σου πει τι βλέπει.”
Για μια σύντομη στιγμή η Κυνηγός του Κυρίου πέρασε μέσα στο Ιερό και είδε τη μορφή εκείνου που ήταν η ελαφίνα, να κείτεται μπροστά στο βωμό σαν πεθαμένη.
Και με λύπη είπε: “Αν όμως το πνεύμα της μείνει μαζί σου, μεγάλε Απόλλωνα, ευγενικέ Υιέ του Θεού, τότε μάθε ότι η ελαφίνα είναι νεκρή.
Η ελαφίνα σκοτώθηκε από τον άνθρωπο που είναι υιός του ανθρώπου, έστω και αν είναι Υιός του Θεού.
Αλλά, γιατί αυτός μπορεί να περάσει μέσα στο Ιερό και εμείς να περιμένουμε την ελαφίνα εδώ έξω;”
“Γιατί έφερε την ελαφίνα στην αγκαλιά του, κοντά στην καρδιά του και η ελαφίνα αναπαύεται στον Ιερό Τόπο, όπως και ο άνθρωπος.
Όλοι οι άνθρωποι είναι δικοί μου.
Και η ελαφίνα επίσης είναι δική μου.
Ούτε δική σου είναι, ούτε του ανθρώπου, αλλά δική μου”, είπε ο Θεός Ήλιος.
Και ο Ηρακλής, επιστρέφοντας από τη δοκιμασία, πέρασε πάλι μέσα από την Πύλη και βρήκε το δρόμο του πίσω στο δάσκαλο της ζωής του.
“Εκτέλεσα το έργο, που μου ανέθεσε ο Μεγάλος Προεστός.
Ήταν απλό, εκτός από
- το μάκρος του χρόνου και
- την κούραση της έρευνας.
Δεν άκουσα εκείνους που διεκδικούσαν, ούτε δίστασα στο Δρόμο.
Η ελαφίνα είναι στον Ιερό Τόπο, κοντά στην καρδιά του Θεού, όπως επίσης,
σε ώρα ανάγκης, κοντά και στη δική μου καρδιά.”
“Πήγαινε να ξαναδείς, Ηρακλή υιέ μου, μέσα από τις στήλες της Πύλης.”
Ο Ηρακλής υπάκουσε.
Πέρα από την Πύλη η πεδιάδα απλωνόταν μέσα σε ένα ωραίο πλαίσιο και
στο μακρινό ορίζοντα ορθωνόταν ο Ναός του Κυρίου, το Ιερό του Θεού - Ηλίου, με επάλξεις που λαμποκοπούσαν, ενώ σ’ έναν κοντινό λόφο στεκόταν, ένα λυγερό ελαφάκι.
“Εκτέλεσα το έργο, σοφέ μου Δάσκαλε;
Είναι το ελαφάκι πίσω, πάνω στο λόφο όπου το είδα πρωτύτερα να στέκεται;”
Από την Αίθουσα Συμβουλίου του Κυρίου, όπου κάθεται ο Μεγάλος Προεστός, ήρθε μια φωνή:
“Όλοι οι υιοί των ανθρώπων που είναι Υιοί του Θεού πρέπει συνεχώς να
- ψάχνουν για το ελαφάκι με τα χρυσά κέρατα και
- το φέρνουν στον Ιερό Τόπο, ξανά και ξανά”.
Έπειτα ο Δάσκαλος, είπε στον υιό του ανθρώπου που είναι Υιός του Θεού:
“Ο Τέταρτος άθλος τελείωσε, και από τη φύση της
- δοκιμασίας και
- ελαφίνας
η αναζήτηση και η έρευνα πρέπει να επαναλαμβάνεται.
Αυτό μην το ξεχνάς και σκέψου βαθιά πάνω στο μάθημα που έμαθες.”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου